μισοστρατίς

μισοστρατίς
μισοστρατίς και μεσοστρατίς επίρρ., στη μέση του δρόμου, μεσόστρατα (βλ. λ.).

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • μισοστρατίς — (Μ μισοστρατίς) επίρρ. βλ. μεσοστρατίς …   Dictionary of Greek

  • μεσοστρατίς — και μεσόστρατα (Μ μεσοστρατίς και μισοστρατίς και μεσόστρατα) επίρρ. στη μέση τού δρόμου ή τής διαδρομής, μεσοδρομίς. [ΕΤΥΜΟΛ. < μεσοστράτι + επιρρμ. κατάλ. ίς* (πρβλ. μεσοδρομ ίς). Ο τ. μεσόστρατα πιθ. μέσω ενός αμάρτυρου *μεσόστρατος] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”